*Του Νίκου ΖΑΡΚΑΔΟΥΛΑ
«Ρε ποιος είναι αυτός ο μαλάκας; Τι θέλει και μιλάει;» Να σας απαντήσω, Κύριε! Να σας πω ποιο είναι το συμφέρον και ποιο το όνειρό μου: Στο Ξηρόμερο πρωτοχτύπησε η καρδιά μου και εκεί θέλω να νιώσω τον τελευταίο χτύπο της! Αυτό. Μόνο. Τίποτα άλλο. Δεν έχω περιουσία στο χωριό, μηδέν, δεν μου ανήκει τίποτα και δεν ανήκω σε κόμματα, δεν υποστηρίξω παρατάξεις. Έφυγα τριάντα τόσα χρόνια τώρα. Έκαμα κατοικίες αλλού… μα πουθενά Σπίτι.
Τα λ’θάρια, τα πουρνάρια, οι «ασφάκες», η αρμύρα της θάλασσας είναι κομμάτια της ψυχής μου. Μικρό παιδί κοιμήθηκα κατάχαμα στην κορυφή στο διάσελο, στα Βλιζιανά, τυλιγμένος στην κάπα έξω από στη στρούγκα σε μια πέτρινη καλύβα, ονειρευόμουν με τα μάτια ανοιχτά τις ξάστερες νύχτες, γιατί δεν χόρταινα τη λαμπράδα των αστεριών. Αγνάντεψα τον ήλιο να δύει στα νησιά - Κάλαμο, Καστό, Θιάκι - απ’ τις κορφές των βουνών. Ήπια βρόχινο νερό που έμεινε σε πέτρινες γούβες ή και από αυτό που κυλούσε στο ρέμα. Τα καλοκαίρια, πριν ακόμα καθαρίσω τα χέρια μου από την μαύρη κόλλα του καπνού, σάλταρα σε καρότσες αγροτικών να πάω για μπάνιο και μάτωσα τα γόνατά μου βουτώντας από τα βράχια στη Βελά, στον Αι Γιώργη, στην Αγριλιά.
Έφυγα! Μα κάθε φορά που γυρίζω και αντικρύζω από το παράθυρο του λεωφορείου την Παλιοβούνα στο Αντίριο νιώθω το μέσα μου να χοροπηδάει σαν παιδί. Τι γλυκό σφίξιμο είναι αυτό; Το ίδιο σφίξιμο όταν παίρνουμε την στροφή στην κορυφή στα «Δροφίλια» και βλέπουμε τον Αστακό «πιάτο» και τέλος το ίδιο όταν η μάνα μου άνοιγε την αυλόπορτα που με περίμενε, όσο ζούσε. Το θυμάμαι και ανατριχιάζω! Νόμιζα ότι ήταν ελάττωμα, αδυναμία, όμως οι φίλοι μου λένε δεν είμαι ο μόνος, ίσως είναι το κοινό που μας δένει. Πέρασαν χρόνια ώσπου κατάλαβα ότι μπορεί να έφυγα, να έστησα κατοικίες αλλού, όμως αυτός ο ξερότοπος είναι το Σπίτι μου… το Σπίτι μας!!!
Και τότε ήμουν αντίθετος στις ιχθυοκαλλιέργειες. Λες και ήταν ένστικτο για την απειλή που ερχόταν. Στα τέλη της δεκαετίας του 90, δεν θυμάμαι τη χρονιά, έλεγα σε φίλο και συγγενή που άρχισε να δουλεύει στα ψάρια ότι ο τόπος μας είναι όμορφος αλλά ποτέ δεν θα’χει τουρισμό, αν δεν δουλέψουμε για αυτό. Μόνο εμείς θα γυρνάμε να παραθερίσουμε, τα αδέρφια μας και οι συγγενείς μας. Αν αυξηθούνε τα κλουβιά και μολύνουν δεν θα ερχόμαστε ούτε εμείς. Ο ίδιος δούλευε στα ψάρια και αρρώστησε - δόξα το θεώ το ξεπέρασε. Οι γιατροί υποπτεύονται ότι μπορεί να φταίνε καρκινογόνες ουσίες που ανέπνεε από την ψαροτροφή. Δεν ξέρω αν είναι αλήθεια, μπορεί και να μην μάθουμε ποτέ, είναι όμως γεγονός ότι σήμερα και οι δυο γιοί του δουλεύουν εργάτες στην Γερμανία. Τα καλοκαίρια έρχονται δυο-τρεις μέρες και ίσως τα εγγόνια του να μην έρχονται ποτέ. Και σας ρωτώ: αυτό είναι το όνειρό μας; Αυτό θέλουμε για μας τα παιδιά μας;
Ο πατέρας μου - σκληρός, αλλά τίμιος και δίκαιος άνθρωπος - θα μπορούσε να σου κόψει το λαρύγγι με τα δόντια αν ένιωθε ότι του τρως το δίκιο, ότι τον κλέβεις, τον εξαπατάς. Λένε δεν χωράνε συναισθηματισμοί σε πολιτικές αντιπαραθέσεις και ίσως το παράκανα. Όμως μας αδικούν και όχι μόνο, και μας εξαπατούν και μας κλέβουν. Είτε με την λογική είτε με την καρδιά έχω υποχρέωση όχι μόνο να μιλήσω αλλά να παλέψω με νύχια και δόντια. Έχω υποχρέωση, πρώτα απέναντι στην κόρη μου και στον εαυτό μου, και δεν θα ψάχνω ευθύνες σε άλλους αν περάσει ότι σχεδιάστηκε για μας χωρίς εμάς, ερήμην μας, στα μουλωχτά. Δεν θα φταίει κανένας άλλος, καμία εταιρεία και κανένας πολιτικός αλλά εγώ για όσα έκαμα ή δεν έκαμα. Θα φταίω εγώ, θα φταίμε εμείς: Εγώ και σύ!
https://outopikistis.blogspot.com/
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου