Με το Ξηρόμερο/Dryland η Ελλάδα στην 60ή Μπιενάλε της Βενετίας

Η Ελλάδα στην 60ή Μπιενάλε της Βενετίας το 2024 με το «Ξηρόμερο/Dryland» των Θανάση Δεληγιάννη, Έλιας Καλογιάννη, Γιώργου Κυβερνήτη, Γιάννη Μιχαλόπουλου, Φώτη Σαγώνα

Ένα χρηστικό ποτιστικό μηχάνημα θα δεσπόζει στο κέντρο της εικαστικής εγκατάστασης της ελληνικής συμμετοχής στην 60ή Διεθνή Καλλιτεχνική Έκθεση της Μπιενάλε της Βενετίας 2024.

Με τίτλο «ΞΗΡΟΜΕΡΟ/DRYLAND» η καλλιτεχνική πρόταση, που ανακοινώθηκε μόλις από το Υπουργείο Πολιτισμού ότι θα εκπροσωπήσει τη χώρα στην πλέον ιστορική και διάσημη διοργάνωση για τα εικαστικά διεθνώς, εξερευνά με εικαστικά μέσα την ανθρώπινη εμπειρία μέσα στο οικοσύστημα που δημιουργεί το ελληνικό πανηγύρι, από το κέντρο ενός επαρχιακού οικισμού έως τις παρυφές του γεωργικού τοπίου που τον περιβάλλουν.

Υπό την επιμέλεια του 32χρονου Πάνου Γιαννικόπουλου (που επιμελείται και το πρόγραμμα των περφόρμανς στην ART ATHINA αυτόν τον Σεπτέμβριο), το ελληνικό περίπτερο θα φιλοξενήσει μια διακαλλιτεχνική, υβριδική εικαστική εγκατάσταση που έρχεται να ενώσει ένα σύνολο δραστήριων καλλιτεχνικών φωνών της νεότερης γενιάς, προβάλλοντας, όπως σημειώνεται, «τη συλλογική παραγωγή με σχέση ισοτιμίας ανάμεσα στα εμπλεκόμενα μέλη, σε αντίστιξη με την ατομική εκπροσώπηση».

Συγκεκριμένα την καλλιτεχνική ομάδα του έργου απαρτίζουν οι: Θανάσης Δεληγιάννης (που γνωρίσαμε από την μουσική περφόρμανς ΕΝΑ ΕΝΑ της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση), Έλια Καλογιάννη (εικαστικός και κινηματογραφίστρια), Γιώργος Κυβερνήτης («Τα Καναρίνια» του απέσπασαν το Βραβείο Κοινού Fischer για την καλύτερη ελληνική παραγωγή κάτω των 50΄στο 21ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης), Γιάννης Μιχαλόπουλος (συνδημιουργός με τον Θανάση Δεληγιάννη του Margaroni Residency και διδάσκων στο Πανεπιστήμιο της Ναντέρ στη Γαλλία) και Φώτης Σαγώνας (διδάσκων στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων).

Ο επιμελητής Πάνος Γιαννικόπουλος για το «ΞΗΡΟΜΕΡΟ/DRYLAND»

«Πρόκειται για μια πολυαισθητηριακή εγκατάσταση που βασίζεται κυρίως στον ήχο αλλά και στην εικόνα. Χρησιμοποιεί αναφορές από το ελληνικό πανηγύρι (τη μουσική, τους ήχους της φύσης, τις εικόνες των ανθρώπων που χορεύουν) εστιάζοντας σ’ αυτή τη στιγμή απελευθέρωσης από τον εργασιακό χρόνο που είναι παράλληλα και ένας τρόπος συγκρότησης της κοινότητας του χωριού» δηλώνει στην ATHENS VOICE ο δραστήριος επιμελητής.

«Στόχος μας είναι να αναδείξουμε τις ποικίλες και αποσιωπημένες όψεις του ελληνικού πανηγυριού, τη χαρά αλλά και το πένθος που υπάρχει μέσα σε κάθε γιορτή, το προσωπικό βίωμα από τον αγροτικό χώρο. Μιλάμε πάρα πολύ για τη θέση της γυναίκας στην ιστορία του πανηγυριού, που είναι απούσα, ενώ είναι αυτή που μπορεί να τραγουδά στη γιορτή. Εμείς την τοποθετούμε στο κέντρο ως ηχητική αναφορά και αναλογιζόμαστε για τη συμβολή της καθώς και για το πώς αντιμετωπίζεται το γυναικείο σώμα στο πανηγύρι».

Η εγκατάσταση θα απαρτίζεται από βίντεο, ηχητικά περιβάλλοντα, φωτιστικά σώματα και το στοιχείο του νερού. Μάλιστα, η εμπειρία του χώρου, η οπτική πληροφορία, θα αλλάζει ανάλογα με την ώρα της επίσκεψης καθώς ο χρόνος έχει σημασία για το πανηγύρι και αυτό θα μεταφέρεται και στην εκθεσιακή εμπειρία.

Ο τρόπος που οι καλλιτέχνες προσεγγίζουν το θέμα δεν είναι μόνο εορταστικός, όπως θα περίμενε ίσως κάποιος. «Υπάρχει και μια διάσταση πένθους στο πανηγύρι. Στο έργο δεν βλέπουμε ουσιαστικά την απόλυτη χαρά του αλλά όλα τα περιφερειακά στοιχεία που το συγκροτούν –σκηνές από την καθημερινότητα των αγροτικών κοινοτήτων, όπως και από το τέλος του πανηγυριού.

Να διευκρινίσω εδώ ότι οι βασικές αναφορές (ηχητικές και οπτικές) δεν προέρχονται από τα νησιώτικα πανηγύρια αλλά από αυτά της ηπειρωτικής Ελλάδας. Άλλωστε το Ξηρόμερο, ο τίτλος του έργου, αναφέρεται σε μια άγονη περιοχή της Αιτωλοακαρνανίας. Το υλικό μας, όμως, προέρχεται και από τις κοινοτικές γιορτές του εύφορου θεσσαλικού κάμπου.

Μέσα από τον τίτλο του έργου μας ενδιέφερε να αναδείξουμε στη Βενετία των καναλιών, που βουλιάζει ως αποτέλεσμα της κλιματικής κρίσης, έναν διάλογο για την κατασπατάληση των φυσικών πόρων και τις δυνατότητες ενός τόπου να στηρίξει τους κατοίκους του».

Τεράστια σημασία για τον επιμελητή έχει η δυναμική που δίνει στην πρόταση η βιωματική σύνδεση και ενασχόληση μελών της καλλιτεχνικής ομάδας με το πανηγύρι.

«Στην λειτουργία του έργου είναι ορατή η άρνηση της διαμεσολάβησης και επιτονίζεται η σημασία της σύνθεσης, με στόχο την συναισθηματική αμεσότητα των αντικειμένων, των ήχων και των εικόνων. Η δράση της ομάδας αντανακλά τη συνειδητοποίηση ότι η όραση δεν είναι ο μόνος τρόπος αντίληψης της πραγματικότητας. Δημιουργεί ένα πολυαισθητηριακό πλαίσιο που δεν αγνοεί τον ήχο, τη σωματική, πολιτιστική και πολιτική του σημασία. Η εικαστική εγκατάσταση εμπλέκει νέες μορφές αισθητικών συναντήσεων με το αγροτικό περιβάλλον, τις τεχνολογικές επιδράσεις και την πολιτισμική ετερότητα συνομιλώντας με την αρχιτεκτονική του κτιρίου του περιπτέρου».

60η Μπιενάλε της Βενετίας 2024: Η ομάδα της ελληνικής συμμετοχής

Ο επιμελητής Πάνος Γιαννικόπουλος (γεν. 1991) έχει ως βάση του την Αθήνα. Σπούδασε Ιστορία, Αρχαιολογία και Ιστορία της Τέχνης στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό του σχετικά με το Φύλο, την Κοινωνία και την Πολιτική στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Έχει εργαστεί ως επιμελητής και αρχειοφύλακας στο ΙΣΕΤ – Ινστιτούτο Σύγχρονης Ελληνικής Τέχνης και ως Συντονιστής Προγράμματος στο ARTWORKS / Πρόγραμμα Υποτροφιών Καλλιτεχνών του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος. Έχει συνεργαστεί με διάφορους καλλιτεχνικούς οργανισμούς, ιδρύματα και γκαλερί.

Επιμελήθηκε τις ομαδικές εκθέσεις «It Moves and It Shouts» στο Haus N Athen, «Change Nothing» (2018) και «Songs, Balloons & Broken Tablets» στο Snehta, «Massage the History» στο Ινστιτούτο Σύγχρονης Ελληνικής Τέχνης και “Ανοιχτό Αρχείο: Δημόσια Τέχνη από το Κέντρο Αθηνών» στην Art Athina.

Συνεπιμελήθηκε τις εκθέσεις «Be Water Again» στον Κοραή Λευκωσίας, «Still Here Tomorrow» στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (διοργάνωση ARTWORKS και ΙΣΝ) και «(im)material gestures» στο Fondazione Sandretto Rebaudengo στο Τορίνο (2016).

Ως ερευνητής και επιμελητής έχει συνεργαστεί με την 4η Μπιενάλε της Αθήνας – Agora (2013) και την 5η Μπιενάλε της Αθήνας – Ομόνοια (2015). Ήταν μέρος του NEON Curatorial Exchange 2013, μια πρωτοβουλία σε συνεργασία με την Whitechapel Gallery, και curatorial fellow στο Ίδρυμα Schwarz (2016).

Ο Θανάσης Δεληγιάννης γεννήθηκε στη Λάρισα (1983) και μεγάλωσε σε οικογένεια παραδοσιακών μουσικών. Από το 2007 ζει στο Άμστερνταμ.
Την περίοδο 2017-19 υπήρξε artist in residence στο φεστιβάλ σύγχρονης μουσικής Gaudeamus (Ουτρέχτη), στο πλαίσιο του προγράμματος Nieuwe Makers του Performing Arts Fund NL. Έχει συνεργαστεί με σκηνοθέτες όπως ο Heiner Goebbels (Manchester International Festival 2018) και ο Δημήτρης Παπαϊωάννου (Tanztheater Wuppertal – Pina Bausch company 2017-18), καθώς και με μουσικά σύνολα στην Ευρώπη, την Αμερική και την Ασία. Έχει διατελέσει βοηθός καλλιτεχνικού διευθυντή του Nieuwe Ensemble (2011-14) και καλλιτεχνικός συντονιστής του εργαστηρίου διαπολιτισμικής μουσικής Atlas Lab (2011-16), ενώ από το 2018 διδάσκει στο Conservatorium van Amsterdam.

Το 2013 συνίδρυσε στην Ολλανδία την ομάδα I/O, με κύριο ενδιαφέρον τη δημιουργία διαμεσικών έργων. Με αυτό το σχήμα παρουσίασε το 2021 την περφόρμανς ΕΝΑ ΕΝΑ, ένα μουσικό ταξίδι σε ένα επαρχιακό κέντρο διασκέδασης περασμένων δεκαετιών.

 Η Έλια Καλογιάννη (1995) γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε στην Σχολή Καλών Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και συνέχισε τις οπτικοακουστικές της σπουδές στην Ακαδημία Gerrit Rietveld στο Άμστερνταμ, από όπου και αποφοίτησε το 2019. Το 2017 παρακολούθησε μαθήματα αναλογικού φιλμ και περφόρμανς στην περίφημη σχολή Cooper Union της Νέα Υόρκης. Σήμερα εργάζεται ως κινηματογραφίστρια και εικαστικός.

Η δουλειά της συνδυάζει φιλμ, εγκαταστάσεις βίντεο και βίντεο δοκίμια αναδεικνύοντας αυτά που συνήθως μένουν αόρατα και, μέσα από το γυναικείο βλέμμα, στοχεύει να εγείρει ερωτήματα σχετικά με τη μοναξιά, τις αναμνήσεις, την επαφή, την ταυτότητα, τον έλεγχο και το όριο μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας.

Έχει συμμετάσχει, μεταξύ άλλων, σε εκθέσεις στα Μουσεία Stedelijk και Eye Film στο Άμστερνταμ, καθώς και στο Διεθνές Θέατρο του Άμστερνταμ. Η μικρού μήκους ταινία της με τίτλο «Phélia» (2020) έκανε πρεμιέρα στο 49ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Ρότερνταμ, ήταν φιναλίστ στα βραβεία Ίρις της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου (στην κατηγορία καλύτερη φοιτητική ταινία μικρού μήκους) και έχει προβληθεί και βραβευτεί σε πολλά φεστιβάλ παγκοσμίως. Το «Soldier 365» (2019), η πρώτη της πειραματική μικρού μήκους ταινία, έλαβε εύφημο μνεία στο πλαίσιο του προγράμματος «Eye on Art Research Lab» που διοργάνωσε το Μουσείο Eye Film του Άμστερνταμ και έκανε πρεμιέρα στο Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας. Στα φιλμικά της πρότζεκτ και το «Mammalia», μια πειραματική ταινία μικρού μήκους με τίτλο, με την υποστήριξη του Υπουργείου Πολιτισμού, του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου και της ΕΡΤ (πρόγραμμα «Μικροφίλμ»).

Έχει συνεργαστεί σε πρότζεκτ για τo εκθεσιακό κέντρο Looiersgracht 60 (Ολλανδία), το Ωδείο του Άμστερνταμ (CvA) και τη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση. Και επίσης, ως υπεύθυνη εγκαταστάσεων εκθεσιακού χώρου στο Μουσείο Eye Film (Ολλανδία) και ως συντονίστρια του περιβαλλοντικού προγράμματος «Echoes» στο Aegean Film Festival. Eίναι υπότροφος του Ερευνητικού Ινστιτούτου για τις Τέχνες και τον Δημόσιο Χώρο LAPS (Ολλανδία). Έχει βραβευτεί από την ARTWORKS (2022) και είναι Fellow του Προγράμματος Υποστήριξης Καλλιτεχνών Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΙΣΝ).

Ο Γιώργος Κυβερνήτης γεννήθηκε στην Αθήνα (1988). Σπούδασε στο τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Πανεπιστημίου Πατρών και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας, με κατεύθυνση Πολιτισμός και Παραγωγή Ταινιών Ντοκιμαντέρ στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου.

Από το 2012 εργάζεται ως επαγγελματίας φωτογράφος. Έχει συνεργαστεί με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες στην Ελλάδα (UNHCR), την Ελληνική Εθνική Επιτροπή της UNICEF, ενημερωτικές ιστοσελίδες και εφημερίδες.

Η πρώτη του κινηματογραφική δουλειά, το ντοκιμαντέρ «Τα Καναρίνια» (2019), απέσπασε το Βραβείο Κοινού Fischer για την καλύτερη ελληνική παραγωγή κάτω των 50΄ στο 21ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.

Ο Γιάννης Μιχαλόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα (1982) και από το 2005 ζει και εργάζεται στο Παρίσι. Σπούδασε Κλασική Φιλολογία, Ιστορία της Τέχνης και Γλωσσολογία στα πανεπιστήμια Αθηνών και Σορβόννης. Ως ερευνητής, ασχολήθηκε αρχικά με την ελληνιστική ποίηση, την ιστορία των κειμένων και τη διαλεκτολογία.

Από το 2012 υπήρξε επιμελητής συλλογών και επιστημονικός συντονιστής ψηφιοποίησης στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας, όπου τα τελευταία χρόνια είναι υπεύθυνος περιφερειακής συνεργασίας και ανάπτυξης. Από το 2019, ως εκπρόσωπος των εργαζομένων του γαλλικού Υπουργείου Πολιτισμού, είναι εκλεγμένο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου.
Διδάσκει από το 2015 Ιστορία του Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού στο Πανεπιστήμιο της Ναντέρ. Παράλληλα, έχει εργαστεί ως δραματουργός σε παραγωγές χορού και θεάτρου στη Γαλλία, την Ελλάδα, την Κύπρο και την Ολλανδία.

Ο Φώτης Σαγώνας, γεννημένος στο Θέρμο (1983), είναι εικαστικός και αρχιτέκτων. Ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη και στην Αθήνα. Το έργο του περιλαμβάνει σχέδια, εκτυπώσεις και εγκαταστάσεις. Η εικαστική του έρευνα και πρακτική είναι διεπιστημονική και αφορά αναλογικά συστήματα αναπαραστάσεων, εικονικά περιβάλλοντα, data visualization και τεχνικές digital fabrication. Μέσα από τα έργα του επιχειρεί τη δημιουργία αφηγήσεων, όπου η σχέση του παρατηρητή με το αναπαριστώμενο βρίσκονται σε μια διαρκή αποσταθεροποίηση.

Από το 2018 διδάσκει μέσα αναπαραστάσεων και υπολογιστικό σχεδιασμό στο τμήμα Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. To 2012 έλαβε την υποτροφία Fulbright για εικαστικό έργο στη School of Visual Arts στη Νέα Υόρκη. Έχει πραγματοποιήσει ατομικές εκθέσεις και έχει συμμετάσχει σε πλήθος ομαδικών στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

Η Ελλάδα στη Μπιενάλε Βενετίας 2024: η επιλογή και η Επιτροπή Αξιολόγησης

Το «Ξηρόμερο/Dryland» ήταν μία από τις δώδεκα προτάσεις που κατατέθηκαν προς αξιολόγηση –έναντι 40 που συμμετείχαν στη διαδικασία για τη Μπιενάλε του 2022. Η αξιολόγηση και η γνωμοδότηση για την τελική επιλογή των συντελεστών της εθνικής συμμετοχής έγινε από άμισθη Επιτροπή που απαρτίζουν οι: Δημήτριος Ζουρούδης (Καθηγητής, Πρόεδρος του Τμήματος Εικαστικών και Εφαρμοσμένων Τεχνών της Σχολής Καλών Τεχνών του Α.Π.Θ.), Χρήστος Σκαλκώτος (Επίκουρος Καθηγητής του Τμήματος Εικαστικών Τεχνών και Επιστημών της Τέχνης της Σχολής Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων), Κατερίνα Γρέγου (Καλλιτεχνική Διευθύντρια του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης), Θούλη Μισιρλόγλου, (Διευθύντρια του MOMus – Μουσείο της Σύγχρονης Τέχνης- Συλλογές Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης), Συραγώ Τσιάρα (Διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης- Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτσου), Μάρκος Γεωργιλάκης (Γλύπτης, – Μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος) και Άρτεμις Ποταμιάνου (Πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Κριτικών Τέχνης (AICA Hellas)

Φορέας υλοποίησης της εθνικής συμμετοχής (Εθνικός Επίτροπος) έχει οριστεί να είναι το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. Το κόστος θα καλυφθεί από τις πιστώσεις του Τακτικού Προϋπολογισμού του Υπουργείου Πολιτισμού με επιχορήγηση του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης.

Πηγή: athensvoice.gr

Σχόλια