Ανοδική είναι η πορεία της αλιευτικής δραστηριότητας και ιχθυοκαλλιέργειας για το 2024, σύμφωνα με την ένωση Ευρωπαίων παραγωγών ιχθυαλεύρων και ιχθυελαίων (EFFOP), καθώς εκτιμάται ότι αυτή τη χρονιά η παραγωγή θαλασσινών θα αυξηθεί κατά 4,2 εκατ. τόνους ή 2,2%, φθάνοντας σε συνολική παραγωγή τους 191 εκατ. τόνους, εκ των οποίων 16,7 εκατ. τόνοι αναμένεται να χρησιμοποιηθούν για παραγωγή ζωοτροφών, σημειώνοντας αύξηση 3,3% από το 2023. Μόνο η ιχθυοκαλλιέργεια αναμένεται να σημειώσει αύξηση κατά 3,3%, φθάνοντας τους 100,8 εκατ. τόνους, με την ανοδική πορεία να αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στην παραγωγή γαρίδας από μονάδες εκτροφής, καθώς και σε εκείνη στα στρείδια και τον κυπρίνο. Βέβαια, στην κορυφή της υδατοκαλλιέργειας ο αυτοκράτορας είναι ένας και αυτός δεν είναι άλλος από τον σολομό, με την κατανάλωσή του παγκοσμίως να είναι τριπλάσια από ό,τι ήταν το 1980, με αποτέλεσμα αυτό που κάποτε ήταν συνώνυμο ευμάρειας και πολυτέλειας, τώρα να αποτελεί ένα από τα πιο δημοφιλή είδη ψαριών που καταναλώνονται σε ΗΠΑ, Ευρώπη και Ιαπωνία.
Πρόσφατη μελέτη σχετικά με τη δραστηριότητα της ιχθυοκαλλιέργειας, ωστόσο, αποκαλύπτει την σύνθετη και μη βιώσιμη πλευρά της πρακτικής αυτής.
Σύμφωνα με την έκθεση που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Science Advances και διεξήχθη από διεθνή ομάδα επιστημόνων από τη Σχολή Θαλασσίων, Ατμοσφαιρικών και Γεωεπιστημών του Πανεπιστημίου του Μαϊάμι και το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, η παγκόσμια βιομηχανία υδατοκαλλιέργειας βασίζεται σε πολλά περισσότερα ψάρια που αλιεύονται στη φύση από παλαιότερες εκτιμήσεις.
«Η εκτροφή ψαριών και καρκινοειδών υποστηρίζεται ότι είναι βιώσιμη καθώς η χρήση “άγριων” ψαριών είναι χαμηλή και έχει βελτιωθεί με την πάροδο του χρόνου», αναφέρει η έκθεση, αλλά επισημαίνει ότι κάτι τέτοιο δε φαίνεται να ισχύει πια.
Με τη μελέτη δεδομένων από τέσσερις διαφορετικές πηγές, οι ειδικοί επανεξέτασαν την αναλογία «fish-in:fish-out» (FI:FO) -που χρησιμοποιείται για να κριθεί η αποτελεσματικότητα και η βιωσιμότητα της υδατοκαλλιέργειας και να αξιολογηθεί η ισορροπία στην ιχθυοπαραγωγή- καταλήγοντας πως «οι αναλογίες εισροών ψαριών προς τις εκτρεφόμενες εκροές εκτιμήθηκαν από 0,36 έως 1,15-27 έως 307% υψηλότερες από προηγούμενη εκτίμηση της τάξης του 0,28».
Αυτό, όπως αναφέρει το Earth.com, θα μπορούσε να σημαίνει ότι για κάθε ψάρι εκτροφής που φτάνει στο τραπέζι μας, μπορεί να έχουν χρησιμοποιηθεί έως και 1,78 «άγρια» ψάρια, κάτι που απέχει πολύ από την προηγούμενη εκτίμηση σχετικά για μόλις 0,28. Ιδιαίτερα για τα σαρκοφάγα είδη εκτροφής, όπως ο σολομός, η πέστροφα και το χέλι, τα «άγρια» ψάρια που χρησιμοποιούνται μπορεί να είναι διπλάσια από τα παραγόμενα ψάρια εκτροφής.
Η αποκάλυψη αυτή κλονίζει τη μακροχρόνια πεποίθηση για τη βιώσιμη βιομηχανία υδατοκαλλιέργειας και προτείνει σειρά εκτιμήσεων σχετικά με τις πραγματικές επιπτώσεις της στους πληθυσμούς «άγριων» ψαριών.
Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με υπολογισμούς τους σχετικά με τη θνησιμότητα των «άγριων» ψαριών κατά την αλιεία αυξάνεται η αναλογία προς τις εκτρεφόμενες αλιευτικές εκροές από 0,57 έως 1,78, με τους ερευνητές να θέτουν υπό αμφισβήτηση τη βιωσιμότητα της τροφοδοτούμενης υδατοκαλλιέργειας και τον ρόλο της στην επισιτιστική ασφάλεια.
«Η μελέτη μας αποκαλύπτει ότι η βιομηχανία υδατοκαλλιέργειας βασίζεται σε μεγαλύτερο βαθμό στην αλιεία άγριων ψαριών από ό,τι πρότειναν προηγούμενες έρευνες», δήλωσε ο επικεφαλής συντάκτης Σπένσερ Ρόμπερτς, διδακτορικός φοιτητής του Τμήματος Περιβαλλοντικής Επιστήμης και Πολιτικής Γεωεπιστημών του Πανεπιστημίου του Μαϊάμι σύμφωνα με το Phys.org.
«Αυτό καταδεικνύει την κλίμακα στην οποία η υδατοκαλλιέργεια θα μπορούσε να επηρεάσει τα θαλάσσια οικοσυστήματα», πρόσθεσε.
Οι επιστήμονες καλούν σε επαναξιολόγηση των σημερινών πρακτικών υδατοκαλλιέργειας υπό το πρίσμα της βιωσιμότητας, με τη συμμετοχή θαλάσσιων βιολόγων, οικολόγων και οικονομολόγων ώστε να αναπτυχθούν καινοτόμες λύσεις για τη μείωση της εξάρτησης από τα «άγρια» ψάρια και να επανέλθει η ισορροπία ανάμεσα στη διατροφική ανάγκη και τη διατήρηση των θαλάσσιων οικοσυστημάτων.
Photo: Pexels
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου